θεοκαταγνώστης

θεοκαταγνώστης
θεοκαταγνώστης, ό (Μ) αυτός που κατηγορεί τον θεό, που αποδίδει ατέλειες στον θεό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θεο-* + κατα-γιγνώσκω «κατηγορώ»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”